Αθηναϊκής Ζυθοποιίας συνάντηση...

Αθηναικής Ζυθοποιίας συνάντηση...Από τον Ν. Ραδίση

Σήμερα θα ήθελα να ξεκινήσω, όπως η λατρεμένη Τζένη Καρέζη στην ταινία «Δεσποινίς Διευθυντής», όταν κατά την έναρξη της τηλεφωνικής της συνομιλίας εκφωνεί αυτό το χαρακτηριστικό, χαριτωμένο αλλά καθόλου πειστικό προς τον Αλέκο Αλεξανδράκη: Γυρίσααααατεεεεεε;

Ε, ναι! Γυρίσαμε θα μου πείτε. Γυρίσαμε ενώ θα θέλαμε λίγες μέρες ακόμα να ξεκουραστούμε. Μα πόσο σύντομο είναι πάντα αυτό το Πάσχα; Μαζί σας. Και εγώ θα ήθελα να είμαι σε μια παραλία και να πίνω τώρα μια μπύρα, αλλά η επιστροφή έπρεπε να γίνει. Τι περίεργο, σ’ αυτό το Πάσχα να σαι σε παραλία το πρωί και το βράδυ με κοντομάνικό στην εκκλησία. Δεν το χω συνηθίσει έτσι το Πάσχα..

Αλλά να ήταν μόνο αυτό; Κι άλλα πράγματα δεν έχω συνηθίσει. Ένα από αυτά ήταν η πρόσκληση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας προς τους Έλληνες Bloggers μπύρας για να γνωριστούμε καλύτερα. Περίεργο και ασυνήθιστο, γιατί απ’ όσο θυμάμαι η εν λόγω εταιρία ήταν ο ορισμός του απρόσωπου και αντιεπικοινωνιακού. Δελτίο Τύπου παρακαλούσαμε να πάρουμε, ενημέρωση ότι βρίσκαμε δεξιά και αριστερά, επιβεβαίωση πληροφοριών μόνο από πωλητές σε επιχειρήσεις.

Τα τείχη έπεσαν και η Αθηναϊκή Ζυθοποιία αποκαλύφθηκε. Μας γνώρισε όλους σε ένα εξαίρετο εστιατόριο σε κεντρική πλατεία της Αθήνας. Εκεί βρεθήκαμε πριν απ’ το Πάσχα, πριν από 15 μέρες. Ανταλλάξαμε απόψεις, τους εκφράσαμε τα παράπονά μας και εκείνοι μας καθησύχασαν ότι πλέον θα υπάρχει μια αρμονική συνεργασία.

Η ιδέα της διοργανώτριας, δεν ήταν απλά μια ξερή συζήτηση, που θα μπορούσε να γίνει και σε γραφεία ή σε κάποιο παγκάκι στον Εθνικό κήπο. Σκοπός της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, πέραν της γνωριμίας και συζήτησης ήταν να εξοικειωθούμε με τις ήδη οικίες μπύρες της, αλλά και να τις συνδυάσουμε με το μενού του εστιατορίου. Σ’ αυτό το σημείο θέλω να σταθώ και να σας πω ότι το μενού δεν ήταν ειδικά διαμορφωμένο, ο συνδυασμός ήταν επιμελημένος απ΄τον φίλτατο Γιώργο Λούκα. Ο λόγος που σας αναφέρω αυτή την συνάντηση είναι για να επιβεβαιώσετε και σεις από μόνοι σας τις προτάσεις-συνδυασμούς, είτε απ’ το σπίτι είτε με κάποια επίσκεψη στο «Καφέ Αβυσσινία» που μας φιλοξένησε.

Το καλωσόρισμα έγινε με την δροσιστική Amstel Radler. Είναι γεγονός ότι η ετικέτα αυτή είναι περισσότερο για να δροσιστεί κανείς, παρά να την ταιριάξει με κάποιο φαγητό. Ακολούθως στο τραπέζι μας ήρθε η Heineken. Ναι, η γνωστή, η ίδια.. Θα έκανε παρέα στο πρώτο μας πιάτο που ήταν χταποδάκι, με μαυρομάτικα φασόλια και κρεμμύδι. Πολύ κρεμμύδι, όμως. Το χταποδάκι βραστό, οπότε το πιάτο μας είναι ελαφρύ. Η γεύση ταίριαζε και δεν σκέπαζε η καμία την άλλη. Ακόμα και το κρεμμύδι δεν έμενε έντονο στο στόμα, εκτός απ’ την στιγμή που είχε μείνει μόνο του στο πιάτο, αφού φασολάκια και χταπόδι ήταν πλέον παρελθόν..

Το επόμενο πιάτο ήταν φρέσκα ψητά μανιτάρια. Τίποτα σπουδαίο σαν πιάτο όσο αφορά τον βαθμό δυσκολίας και σε αυτό. Γευστικό, εκλεκτό ταίριαζε με την Amstel Pilsener. Το γήινο, η φυτικότητα που δίνει ο λυκίσκος έδενε με τα μανιτάρια και ήταν σίγουρα ένας ισορροπημένος συνδυασμός.

Μα με την συζήτηση, πως περνάει η ώρα, πως τρως το πιάτο σου! Ούτε που το καταλάβαμε, όταν στο τραπέζι μας ήρθε το επόμενο πιάτο. Πατάτα φούρνου γεμιστή, με επικάλυψη τυριού. Συνοδευόταν από τουρσί, γεγονός που με δεν μου άρεσε καθώς δεν το θεωρούσα ούτε ταιριαστό με την πατάτα αλλά ούτε με την ΒΙΟΣ5. Η βραβευμένη ελληνική μπύρα των 5 δημητριακών, έδεσε με την πατάτα. Θεωρώ πως η εν λόγω μπύρα ενίσχυσε το πιάτο γευστικά, μέχρι που όπως είπα δοκίμασα από περιέργεια και το τουρσί. Λάθος μου!

Για το κυρίως πιάτο υπήρχε κατσίκι με πλιγούρι, κουσκούς λαχανικών και σαρδέλα τυλιχτή σε αμπελόφυλλο. Όλες θα συνοδεύονταν από Erdinger. Διάλεξα το τρίτο πιάτο, γιατί μου ακούστηκε πιο ενδιαφέρον. Κατσίκι τρώω και σε μια βδομάδα, σκέφτηκα. Κουσκούς μπορώ να φτιάξω και σπίτι. Ας φάω σαρδελίτσα.

Όταν ήρθε το πιάτο, ήμουν δυσαρεστημένος. Δεν ταίριαζε, το ομολόγησε και ο Γιώργος, με την Erdinger! Εδώ υπήρξε μια παραπληροφόρηση. Το πιάτο δεν ήταν μυρωδικό όπως φανταζόμασταν, απ’ τα αμπελόφυλλα. Το πιάτο ήταν σαν σαρδέλα πλακί με αμπελόφυλλο. Η ντομάτα στο πιάτο και το λάδι-σκορδάκι ήταν έντονα και κατατρόπωναν όποια προσπάθεια της μπύρας να δώσει ισορροπία. Αντίθετα το κουσκούς και το αρνί δεν είχαν αυτό το θέμα. Αν θα μπορούσα να πω πιο έδενε περισσότερο θα έλεγα το κουσκούς δίχως δισταγμό (έκλεψα λίγο απ’ το πιάτο των διπλανών μου).

Τέλος, για γλυκό μας προσέφεραν μους σοκολάτας με άρωμα πορτοκάλι. Ωραίο γλυκό. Ναι, καλή επιλογή για την Amstel Bock. Θα προτιμούσα όμως η μους σοκολάτας να μην ήταν γάλακτος, αλλά να ήταν πικρής σοκολάτας. Αν σφάλω εδώ μαγειρικά, ελεύθερα, πείτε το. Αλλά νομίζω μπορεί να γίνει μους πικρής σοκολάτας με άρωμα πορτοκάλι. Ίσως να ταίριαζε ακόμα περισσότερο με τα γευστικά και αρωματικά χαρακτηριστικά του καφέ και τις πικρής σοκολάτας που μας δίνει η Bock.

Το γεύμα-συνάντηση, έκλεισε με καφεδάκι. Άλλος espresso, άλλος φραπέ. Είπαμε ακόμα μερικές κουβέντες με τους νέους μας φίλους και σιγά σιγά γίναμε καπνός.

Δοκιμάστε τους συνδυασμούς, σπίτι ή έξω. Μην διστάζετε να δοκιμάζετε γιατί έτσι θα βρείτε τον κατάλληλο συνδυασμό. Η κίνηση της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας ήταν κατά την άποψη μου, μια ωραία καλοστημένη επικοινωνιακή αποκατάσταση, που ελπίζω να μην είναι μόνο λόγια και να χει συνέχεια και συνέπεια. Νομίζω ότι είναι μια κίνηση που θα μπορούσαν και άλλες εταιρίες του χώρου να ακολουθήσουν, γιατί ομαδικά η μπύρα θα ανέβει ακόμα πιο ψηλά, ενώ ατομικά θα ναι σαν τα βεγγαλικά του Πάσχα. Ανάβουν κάνουν θόρυβο και εντύπωση και μετά απλά τα θυμάσαι και αν…


Νικολά Ραδίσης

Μοιραστείτε το άρθρο: