Περηφάνεια και Προκατάληψη: Το Βιδωτό Πώμα

Περηφάνεια και Προκατάληψη: Το Βιδωτό Πώμα Από τον Θ. Λέλεκα 


Για τον μέσο οινόφιλο στην Αυστραλία ή τη Νέα Ζηλανδία, ένα μπουκάλι κρασί που σφραγίζεται με βιδωτό πώμα είναι συνηθισμένο, καθημερινό φαινόμενο. Ο νέος κόσμος γενικότερα είναι απόλυτα συνηθισμένος σε τέτοιου είδους καινοτομίες, ακόμα κι αν αυτές φαντάζουν παράτολμες ή και αλλόκοτες. Ο παλαιός, από την άλλη, είναι – στην καλύτερη περίπτωση – διχασμένος σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα.

Το βιδωτό πώμα είναι αποτέλεσμα πολλών ετών έρευνας, τα αποτελέσματα της οποίας άρχισαν να αξιοποιούνται εμπορικά πριν από τέσσερις δεκαετίες περίπου. Ο βασικός λόγος που οδήγησε τους επιστήμονες να αρχίσουν να ψάχνουν για εναλλακτικές λύσεις στην σφράγιση της φιάλης από τον φελλό, είναι ακριβώς το γεγονός ότι ο φελλός, ως φυσικό προϊόν, έχει ατέλειες οι οποίες συχνά επιδρούν αρνητικά στο κρασί, κάποιες φορές αλλοιώνοντάς το ανεπανόρθωτα. Ακριβώς λοιπόν επειδή οι απώλειες αυτές είναι ζημιογόνες για την εικόνα και την υπόληψη ενός κρασιού, αλλά πολύ περισσότερο για την οικονομική βιωσιμότητα του οινοποιείου που το παράγει, το βιδωτό πώμα θεωρείται μία από τις πλέον αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις.

Είναι λάθος να νομίζουμε ότι το βιδωτό πώμα σε μία φιάλη κρασιού είναι παρεμφερές με αυτό που θα βρούμε σε ένα μπουκάλι που περιέχει κάποιο αναψυκτικό ή οποιοδήποτε άλλο υγρό. Κι αυτό γιατί το συγκεκριμένο είναι μελετημένο σε κάθε του λεπτομέρεια, έτσι ώστε να προστατεύει το περιεχόμενο της φιάλης στο μέγιστο βαθμό, ελαχιστοποιώντας τον κίνδυνο της οξείδωσης και εξαφανίζοντας την απειλή της αλλοίωσης από τον ίδιο τον φελλό. Ένα μεγάλο μέρος της έρευνας και της προσοχής που έχει δοθεί στην συγκεκριμένη τεχνολογία «κρύβεται» στο εσωτερικό του πώματος, και συγκεκριμένα στην ειδική επένδυση που στεγανοποιεί την φιάλη στην εντέλεια.

Για την ιστορία πρέπει να πούμε ότι η τεχνολογία του βιδωτού πώματος άρχισε να αναπτύσσεται την δεκαετία του 1960, για να «βγει» στην αγορά δέκα περίπου χρόνια μετά. Αν και χρωστάμε την «έμπνευσή» της στους Αυστραλούς, και συγκεκριμένα στην οινολογική ομάδα του διάσημου οινοποιείου Yalumba, πρώτοι οι Ελβετοί την δοκίμασαν οργανωμένα στα κρασιά τους για να αρχίσουν να καταγράφουν την αποτελεσματικότητά της. Επιπλέον πρέπει να πούμε ότι, επειδή η πιο γνωστή μάρκα βιδωτών πωμάτων είναι η Stelvin, εμπορικό σήμα που ανήκει πλέον στην πολυεθνική εταιρεία ειδών συσκευασίας Amcor, το μεγαλύτερο μέρος του ευρύτερου οινικού κλάδου αποκαλεί Stelvin κάθε βιδωτό πώμα που συναντάμε στο εμπόριο.

Το βασικό επιχείρημα των επικριτών του βιδωτού πώματος είναι ότι δεν έχει την ίδια συμμετοχή στην παλαίωση του κρασιού, όπως ο φελλός. Συγκεκριμένα, επειδή η εξέλιξη του κρασιού στη φιάλη χρειάζεται το απειροελάχιστο ποσοστό οξυγόνου που ο φυσικός φελλός επιτρέπει να περάσει στο σφραγισμένο μπουκάλι, η σχεδόν τέλεια ερμητική σφράγιση του βιδωτού πώματος θεωρείται ανασταλτικός παράγοντας για την σωστή παλαίωση του κρασιού. Γι αυτό και στην συντριπτική τους πλειονότητα τα βιδωτά πώματα χρησιμοποιούνται σε φρέσκα λευκά κρασιά, στα οποία μάλιστα έχει αποδειχτεί ότι προφυλάσσουν την φρεσκάδα και την αρωματικότητα με αξιοθαύμαστη αποτελεσματικότητα. Ωστόσο, τόσο η παραγωγός εταιρεία όσο και οινοποιοί, εργαστήρια και ερευνητές ανά τον κόσμο, έχουν κάνει δεκάδες (αν όχι παραπάνω) πειράματα που αποδεικνύουν ότι το βιδωτό πώμα επιτρέπει και στο κόκκινο κρασί να παλαιώσει κανονικά σε βάθος χρόνου. Μάλιστα πηγές αναφέρουν ένα συγκεκριμένο πείραμα το οποίο έγινε με ακριβές ετικέτες του Μπορντώ, όπως το «πρωτοκλασάτο» Château Haut Brion, όταν κρασιά της εσοδείας 1971 σφραγίστηκαν και με βιδωτό πώμα της εποχής, για να ανοιχτούν επτά χρόνια μετά και να διαπιστωθεί ότι η εξελικτική διαδικασία της παλαίωσης με το βιδωτό πώμα και με το φελλό ήταν σχεδόν πανομοιότυπες.

Ας μην κρυβόμαστε: το βασικό μειονέκτημα που το βιδωτό πώμα έχει να αντιμετωπίσει είναι η εικόνα. Κι αυτό γιατί ένα μεγάλο στοιχείο της δημοτικότητας του κρασιού είναι η «αίγλη» του, η οποία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ιστορία και την παράδοσή του – τουλάχιστον στο δικό μας ημισφαίριο. Έτσι, πέρα από θέματα σχετικά με την παλαίωση κλπ, είναι αντικειμενικά δύσκολο ένας οινόφιλος να αντιμετωπίσει με το ίδιο «μάτι» ένα κρασί – ειδικά αν πρόκειται για μία μεγάλη και ακριβή ετικέτα – όταν φέρει ένα βιδωτό μεταλλικό πώμα. Το συγκεκριμένο, σε σχέση με το φελλό, συχνά φαντάζει «κρύο», ξένο και αταίριαστο. Κι αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι κάτι που οι παραγωγοί του φελλού χρησιμοποιούν ως βάση για την διαφήμιση του προϊόντος τους και για την διατήρηση του πιστού κοινού τους.

Σήμερα στο νέο κόσμο συναντάμε πολύ μεγάλο μέρος των κρασιών του εμπορίου τα οποία είναι σφραγισμένα με βιδωτό πώμα. Όντως, και εκεί η τεχνολογία αυτή δεν έχει φτάσει ως τις μεγάλες ερυθρές ετικέτες παλαίωσης, ωστόσο κρασιά πιο σύντομης κατανάλωσης – λευκά και κόκκινα – φέρουν το βιδωτό πώμα με την ίδια ευκολία. Και στον παλαιό κόσμο, όμως, η τεχνολογία διαδίδεται με ιδιαίτερα γοργό ρυθμό. Τα περισσότερα Γερμανικά (και γενικώς Βορειο-Ευρωπαϊκά) Riesling, ένα μεγάλο μέρος των λευκών κρασιών της Αυστρίας και της Ελβετίας, καθώς και κάμποσες Ισπανικές ετικέτες έχουν αποχαιρετήσει το φελλό από καιρό και... ανοίγουν ξεβιδώνοντας! Αντίθετα, σε χώρες που έχουν παραγωγή φελλού, όπως είναι η Πορτογαλία και η Ιταλία, το φαινόμενο είναι από ελάχιστο ως ανύπαρκτο.

Στην Ελλάδα την αρχή έκανε το Κτήμα Σκούρα την περασμένη δεκαετία, με τις περισσότερες (και τις πιο δυνατές) λευκές του ετικέτες, και ομολογουμένως συνάντησε... ανάμικτες αντιδράσεις από το κοινό. Σήμερα ο Έλληνας οινόφιλος είναι αισθητά πιο εκπαιδευμένος, ενώ κάμποσα Ελληνικά οινοποιεία έχουν υιοθετήσει την τεχνολογία του βιδωτού πώματος σε μέρος της γκάμας των κρασιών τους. Ωστόσο, επειδή οι αντιλήψεις στην εγχώρια αγορά είναι ακόμα αρκετά παραδοσιακές, υπάρχουν περιπτώσεις οινοποιείων που σφραγίζουν την ίδια ετικέτα με βιδωτό πώμα, αν προορίζεται για εξαγωγή, και με φελλό αν προορισμός της είναι η Ελληνική αγορά. Τέλος, υπάρχουν και οινοποιεία που σκέφτονται σοβαρά την υιοθέτηση της εναλλακτικής αυτής τεχνολογίας, δεν μπορούν ωστόσο να το κάνουν, ειδικά αν τα κρασιά τους ανήκουν σε κατηγορία ποιότητας όπως αυτή του Οίνου με Ονομασία Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας (ΟΠΑΠ), καθώς κάτι τέτοιο απαγορεύεται από την σχετική οινική νομοθεσία.

Το συμπερασμα; Καθαρά δικό σας, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις είναι καλό να μην υιοθετούμε στερεότυπα χωρίς να έχουμε προσωπική άποψη. Η δική μου συμβουλή είναι να απολαμβάνουμε κάθε κρασί όπως ο οινοποιός του έκρινε ότι είναι καλύτερα να το φέρει στο τραπέζι μας, και να μην είμαστε προκατειλημένοι απέναντι στο καινούριο ή στο διαφορετικό. Αν μη τι άλλο, να θυμάστε ότι τα κρασιά με βιδωτό πώμα δεν χρειάζεται να αποθηκεύονται σε οριζόντια θέση (αφού δεν υπάρχει φελλός που πρέπει να παραμένει συνέχεια υγρός), κι αυτό σημαίνει ευκολία, ασφάλεια, άνεση και μεγαλύτερη χωρητικότητα!...


Θόδωρος Λέλεκας

Μοιραστείτε το άρθρο: