Και funky, και gourmet: Ένα δείπνο στο μικροσκόπιο

Και funky, και gourmet: Ένα δείπνο στο μικροσκόπιο
Από τον Τ. Πικούνη

Σε ένα παλιό μου άρθρο με τίτλο "De gustibus et coloribus non est disputandum, ή τι μου αρέσει στο φαγητό" διευκρίνιζα με αρκετή σαφήνεια πιστεύω τι μου αρέσει στο φαγητό. Όποιος διαβάσει το άρθρο αυτό θα καταλάβει ότι η "συνήθης" προχωρημένη κουζίνα, μοριακή ή άλλη, με τις "αποδομήσεις" φαγητών ή υλικών, αναδομήσεις σε άλλη μορφή, αδυναμία αναγνώρισης υλικών κλπ. κλπ. δεν είναι ακριβώς "του γούστου μου"... Λέω η συνήθης, γιατί ορισμένες εκφάνσεις της είναι ασφαλώς αξιόλογες, είτε γιατί αποτελούν σταθμό στην εξέλιξη της κουζίνας και των γεύσεων γενικότερα (το El Bulli του περίφημου Ferran Adria -τώρα πια κλειστό- ή το Noma του Rene Redzepi στην Κοπενχάγη και αρκετά ακόμη), είτε γιατί εκπληρώνουν αρκετές από τις προϋποθέσεις που θέτω για να μου αρέσει κάποιο πιάτο ή σειρά πιάτων...

Έτσι, δεν βιάστηκα να επισκεφθώ το Funky Gourmet, τον κύριο εκπρόσωπο της «επισοδειακής», «εντυπωσιακής» ή στα ελληνικά… «funky» κουζίνας στην Ελλάδα (δεν λέω «μοριακής» αφού οι ιδιοκτήτες αρνούνται το χαρακτηρισμό- όπως σχεδόν όλοι πια, άλλωστε), παρά τα δύο του αστέρια Michelin. Το "δεν βιάστηκα" είναι... τρόπος του λέγειν, αφού μου πήρε περίπου... 6 ολόκληρα χρόνια μέχρι να αποφασίσω να πάω. Ναι, το Funky Gourmet άνοιξε το Νοέμβριο του 2009 και το 2012 βραβεύτηκε με ένα αστέρι Michelin, ενώ μετά μόλις 2 χρόνια, το 2014, κατέκτησε και το δεύτερο πολυπόθητο αστέρι του.

Πως το αποφάσισα; Έπαιξαν αρκετοί παράγοντες ρόλο... Πριν λίγες μέρες στο γνωστό wine bar By the Glass, με καλή παρέα και έχοντας καταναλώσει το δεύτερο μπουκάλι κρασί, η συζήτηση ήταν γύρω στα εστιατόρια και το φαγητό. Μια πολύ καλή μου φίλη, απαντώντας σε ερώτηση και θέλοντας να δώσει έμφαση σε αυτό που έλεγε είπε αυθόρμητα "... εδώ δεν έχω πάει στο Funky Goutmet!". Αυθόρμητα και εγώ πετάχτηκα και απάντησα "Δεν το πιστεύω!" για να αποκαλύψω γελώντας ότι "Ούτε εγώ έχω πάει!". Η επόμενη πρόταση εν χορώ και από τους δυο μας ήταν "Δεν πάμε παρέα;" και το ραντεβού κλείστηκε.

Ο δεύτερος παράγοντας ήταν ότι μου είχαν κάνει εντύπωση οι κριτικές του κοινού για το εστιατόριο από τους φίλους του "δολοφόνου των εστιατορίων", του γνωστού Trip Advisor, όπου οι πελάτες των εστιατορίων γράφουν τη γνώμη τους. Για όσους δεν γνωρίζουν, το Trip Advisor αποτελεί τον φόβο και τρόμο των εστιατορίων, bar κλπ., αφού έχει τεράστια επιρροή στις προτιμήσεις εστίασης σε όλο τον κόσμο, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου μια κακή κριτική γράφεται πολύ ευκολότερα από μια καλή, συνήθως για να "τιμωρήσει" και όχι για να κρίνει αντικειμενικά... Ναι, το έχουμε αυτό το "κακό" εμείς οι Έλληνες, αρπαζόμαστε εύκολα, και εκδικούμαστε ακόμα ευκολότερα. Για το λόγο αυτό μου έκανε τεράστια εντύπωση το ποσοστό των διθυραμβικών κριτικών για το Funky Gourmet στο Trip Advisor: 924 κριτικές (!), από τις οποίες το βαθμολογούσαν «Εξαιρετικό» οι 782, «Πολύ καλό» οι 98, «Μέτριο» οι 23, «Ανεπαρκές» οι 15 και «Πολύ κακό» μόλις 6! Θυμηθείτε ότι μιλάμε για ένα εστιατόριο με δύσκολη -έως ακατανόητη για τους πολλούς- κουζίνα, εξωφρενικές τιμές, χωρίς πιάτα a la carte, που δεν δέχεται παιδιά!!

Το τρίτο ήταν ότι όσοι γράφουν για το εστιατόριο επικεντρώνονται στο φαγητό, και είναι σύνηθες αφού οι περισσότεροι ξεχνούν ότι ένα δείπνο χωρίς κρασί είναι ένα λειψό δείπνο εξ' ορισμού. Θέλησα λοιπόν να εκτιμήσω πόσο καλά γίνεται στο Funky Gourmet το pairing - ή το "πάντρεμα" ή ταίριασμα" φαγητού και κρασιού. Να δω δηλαδή την κουζίνα του από την πλευρά του κρασιού.....

Έτσι, σήκωσα το τηλέφωνο και έκλεισα τραπέζι για δύο, προεπιλέγοντας το menu που συμπεριελάμβανε και κρασί. Υπάρχουν δύο menu, το ένα στα 120Ε/άτομο χωρίς κρασί και 200E/άτομο με κρασί με 16 πιάτα, και το δεύτερο στα 150Ε/άτομο χωρίς κρασί και 250E/άτομο με κρασί με 18 πιάτα. Οι διαφορές τους μικρές, καμία στα κρασιά και δύο πιάτα περισσότερα στο πρώτο (Picnic και Αυγό μελάτο, και η αντικατάσταση της καραβίδας με ντολμαδάκι -ναι, στον ενικό!). Αμέσως μετά το τηλεφώνημα έλαβα λεπτομερέστατο email με όλα τα στοιχεία της κράτησης, πολύ ευγενικά διατυπωμένο και στα... καλά του και στα δυσάρεστα, αφού ζητούσε προκράτηση με κάρτα και επιβεβαίωση της κράτησης την ίδια ημέρα το μεσημέρι, άλλως υπήρχε "ποινή" 100 Ευρώ/άτομο. Κάτι που το βρίσκω τελικά σωστό, αφού οι συντοπίτες μας συνηθίζουν να κάνουν κρατήσεις ακόμα και για 6 ή περισσότερα άτομα και να μην εμφανίζονται, αδιαφορώντας βέβαια για τη ζημιά που υφίσταται το εστιατόριο.

Έτσι λοιπόν βρεθήκαμε με την Έμυ Λιβανίου, την πολύ καλή μου φίλη, δημοσιογράφο και ενεργή υποστηρίκτρια και φίλη του κρασιού το βράδυ της περασμένης Τρίτης στην είσοδο του Ελληνικού "Ναού" της Funky κουζίνας. Γιατί όπως ισχυρίζονται και οι ίδιοι, η κουζίνα τους είναι και funky, και gourmet. Για όσους δεν γνωρίζουν τον πρώτο όρο, το λεξικό τον προσδιορίζει σαν "εκκεντρικό, παράξενο, ή ιδιόμορφο, στην εμφάνιση ή το στυλ", αλλά και σαν α: παράξενο ή γραφικό στην εμφάνιση ή αίσθηση, β: χωρίς στυλ ή γεύση , και γ: αντισυμβατικά κομψό... ερμηνείες υποσχόμενες πολλά αλλά και... κάπως φοβιστικές μερικές από αυτές!

Το κτίριο ανακαινισμένο νεοκλασικό, κατάφωτο εξωτερικά, στη διασταύρωση δύο πεζοδρόμων, στους οποίους όμως επιτρέπεται η διέλευση αυτοκινήτων. Έτσι, μην παρκάρετε το αυτοκίνητό σας σε κάποιο σκοτεινό στενό της περιοχής, καλύτερα δώστε τον στον ευγενικό παρκαδόρο που θα φροντίσει αυτός να... παρανομήσει, παρκάροντάς το απέναντι από το κατάστημα!.

Ο χώρος είναι ευχάριστος εσωτερικά, με μια ατμόσφαιρα συγκρατημένης πολυτέλειας. Με υποδέχθηκε (πήγαμε ο κάθε ένας με δικό του αυτοκίνητο) μια ευγενέστατη κυρία (η ευγένεια στο εστιατόριο είναι σαν... στρείδι κολλημένο σε όποιον έρχεται σε επαφή μαζί σου!). Είχα μαζί μου ένα βυθισμένο Θαλασσίτη του 2010, και της ζήτησα αν -παράλληλα με τα κρασιά που περιελάμβανε το menu-, θα μπορούσε να σερβιριστεί και αυτός. Μου διευκρίνισε ότι το εστιατόριο δεν υποστηρίζει το Byob (bring your own bottle), αλλά όταν είδε τη φιάλη με τα... στρείδια και τα φύκια κολλημένα επάνω της, με παρακάλεσε να περιμένω να έρθει ο Sommelier. Ο οποίος βέβαια συμφώνησε μετά χαράς! Η κυρία με οδήγησε στον επάνω όροφο, μια καλαίσθητη γυάλινη προσθήκη που σου επιτρέπει να βλέπεις τα απέναντι (επίσης φωτισμένα) νεοκλασικά, αλλά και τον καιρό... η βροχή (που μας επισκέφθηκε) ήταν ένα ευχάριστο οπτικό και ηχητικό συμπλήρωμα σε όλο το δείπνο μας. Σε λίγα λεπτά έφθασε και η Έμυ, λαμπερή όπως πάντα, και το δείπνο ξεκίνησε...

Δεν θα σας πω ότι δεν γνώριζα τις θα επακολουθήσει... Ήξερα τη θεατρικότητα του σερβιρίσματος αλλά και των πιάτων, χωρίς βέβαια τις επιμέρους λεπτομέρειες. Αλλά αυτό δεν έλεγε τίποτα... κακά "σερβιρισμένες" πρωτοτυπίες μπορεί να είναι τραγικές, οπότε... περίμενα το καλύτερο αλλά και το χειρότερο!

Δεν ήρθε ούτε το ένα ούτε το άλλο... ήρθε κάτι πολύ καλύτερο από ότι καλύτερο είχα φανταστεί ότι -ίσως- θα συνέβαινε...

Πριν μπούμε στις λεπτομέρειες και τα πιάτα του δείπνου, ας ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Πρώτα απ´ όλα τα "πιάτα". Μπορεί να τα λέμε πιάτα, αλλά... κατ´ ευφημισμό! Στην πράξη είναι "μπουκιές", μια ή δυο το κάθε ένα. Πολλές όμως διπλές μπουκιές, περίπου 16! Που μαζί με το απεριόριστο κρασί για κάθε μία, αποκλείεται να πας για... σουβλάκι μετά!

Στη συνέχεια, το κρασί: Επειδή μιλάω σε οινόφιλους, θα σας πω να μην διανοηθείτε να αποφύγετε χάριν οικονομίας το κρασί. Θα χάσετε το μισό τουλάχιστον της απόλαυσης και το 80% της εμπειρίας. Τι θα... κερδίσετε; ΟΚ.... 80Ε ή 100Ε/ άτομο(!), ανάλογα με το menu που θα επιλέξετε δεν είναι λίγα! Τέλος... τα χρήματα. Ναι, είναι πολλά... πάρα πολλά αυτή την εποχή. Αλλά άσχετα με το αν τα βρήκατε ζητιανεύοντας, σπάζοντας τους κουμπαράδες των παιδιών σας, κλέβοντας τη γιαγιά ή τον παππού, θα αφήσετε το άγχος σας στα σκαλιά της εισόδου του Funky Gourmet. Αλλιώς... μην πάτε. Μην σπεύσετε να με κράξετε για αυτά που είπα, θα καταλάβετε στη συνέχεια...

Πάμε τώρα στο δείπνο... οριστικά!

Ξεκινήσαμε με ροζ σαμπάνια Duval Leroy, Rosé Prestige, από Pinot Noir και Chardonnay, με ωραία αρώματα εσπεριδοειδών, γεμάτη, πιπεράτη γεύση... και σε λίγο, τα δύο χαμογελαστά κορίτσια που είχαν αναλάβει την ξενάγησή μας στον funky κόσμο του εστιατορίου, μας πρόσφεραν σαν καλωσόρισμα από ένα τριαντάφυλλο... beetrose, από παντζάρι, πάνω σε "πολιτισμένη" σκορδαλιά και σκόνη από σταμναγκάθι, νοστιμότατο, μέσα σε ένα βαζάκι από πέτρα! Τριαντάφυλλο, σκορδαλιά, σαμπάνια... το χιούμορ ή μάλλον η ελληνική... πλάκα ξεκινά με το πρώτο πιάτο!

Ακολούθησε το Oreo σουπιάς, με μπισκότο φτιαγμένο από μελάνι σουπιάς, γέμιση από σουπιά, σερβιρισμένο σε ένα κόκαλο σουπιάς. Μπουκιά εξαιρετικής γευστικής έντασης.

 Το ακολούθησε πίτα λευκής σοκολάτας, με γέμιση από αυγοτάραχο, νοστιμότατη στο απρόσμενο ταίριασμα των δύο υλικών.

Το "αόρατο" στιφάδο που ακολούθησε, ήταν χωρίς καθόλου... κρέας, με διακριτά υλικά κρεμμύδι και ταπιόκα στα οποία είχαν ενσωματωθεί οι θαυμάσιες γεύσεις και τα αρώματα ενός απόλυτα ελληνικού παραδοσιακού στιφάδου!

Όλα τα παραπάνω συνοδεύτηκαν με την ίδια ροζέ σαμπάνια που γέμιζε και... ξαναγέμιζε τα ποτήρια μας μόλις άδειαζαν, απόλυτα ταιριαστή με όλα αλλά και μάλλον αταίριαστη με το στιφάδο... έστω και αόρατο, που σαφώς ήθελε ένα πιο στιβαρό κρασί.

Τσουρέκι με ανθόγαλα και αλάτι Κυθήρων πάνω σε πέτρα, ταιριαστό με τη μπύρα που το συνόδευε, με τις γεύσεις και τα αρώματα (αλλά και την όψη) του παραδοσιακού πασχαλινού τσουρεκιού αλλά μάλλον εκτός τόπου στη σειρά που σερβιρίστικε, ήταν και το μόνο... χορταστικό πιάτο από μόνο του!

Ακολούθησε το ντολμαδάκι, σκεπασμένο από ένα τραγανό -σαν κρούστα- αμπελόφυλλο, θαυμάσιο πιάτο σε όψη αλλά και εκτέλεση. Το κρασί που το συνόδευε, το Spice Route, Chenin Blanc, 2015, σχετικά αδιάφορο, που υπερκαλύφθηκε (θα έλεγα εξαφανίστηκε) από τον υπέροχο βυθισμένο Θαλασσίτη 2010, τον Θαλασσίτη μπλούμ όπως τον αποκαλούμε "χαϊδευτικά" που μας ακολούθησε από εκεί και πέρα δίπλα σε όλα σχεδόν τα υπόλοιπα πιάτα και κρασιά -πλην ερυθρών.

Το Μπαρμπούνι α λα Νταλί που σερβιρίστηκε αμέσως μετά, ήταν ένα από τα πιο ευφάνταστα πιάτα: Πρώτα, σε γυάλινη βάση, σερβίρεται η... γυμνή ραχοκοκαλιά του μπαρμπουνιού! Έκπληξη, γέλια, αναφορές σε... γάτες, αστεία... Αμέσως μετά, ο... σκελετός καλύπτεται με γυάλιη πλάκα πάνω στην οποία τοποθετούνται τα κομμάτια του μπαρμπουνιού, το σώμα και το κεφάλι λίγο πιο πέρα-ναι, σαν πίνακας του Νταλί-, "ντύνοντας" έτσι το ψάρι με τα μέρη του. Τρώγοντας το υπέροχα μαγειρεμένο μπαρμπούνι (με θαλασσινές μυρωδιές, σαν να έχει ψαρευτεί τώρα) "αποκαλύπτεται" η ραχοκοκαλιά, όπως θα γινόταν σε ένα τυπικό πιάτο, εδώ όμως χωρίς ξεκοκάλισμα... Το Κτήμα Θυμιόπουλου, Rosé de Xinomavro, 2014 το συνόδευσε υπέροχα, όπως υπέροχα το συνόδευσε και ο Θαλασσίτης.

Η αχινομακαρονάδα που ακολούθησε έβγαζε σχεδόν ζωντανή την αρμύρα και την έντονη γεύση του αχινού πάνω στα μικρά τετράγωνα "δοχεία" από πάστα, πιάτο "μεσημέρι σε παραλία", με μαύρη τρούφα τριμμένη επάνω του εκείνη την ώρα. Κλασσικός και πολύ πετυχημένος συνδυασμός το Κτήμα Αργυρού, Αηδάνι, 2015.

Η Χωριάτικη σαλάτα, το επόμενο πιάτο -αν και από τα πιο μικρά και απλά- ήταν κατά την προσωπική μου άποψη το δεύτερο πιο εντυπωσιακό από όλα -μετά την black forest του τέλους-, αφού εμφανίστηκε με τη μορφή μικρών λευκών σφαιριδίων... γρανίτας! Και εδώ γέλια... που σταματούσαν όμως με την πρώτη μπουκιά, αφού γευόσουν και μύριζες μια από τις καλύτερες χωριάτικες σαλάτες που έχεις δοκιμάσει, με όλες τις γεύσεις της φρέσκιας ντομάτας, του φρεσκοκομμένου αγγουριού, του κρεμμυδιού, του ποιοτικού λαδιού... το ελληνικό καλοκαίρι μαζί με τον ήλιο του και τις μυρωδιές του συμπυκνωμένο σε 4 ελάχιστε -δυστυχώς!- μπαλίτσες γρανίτας! Εδώ το Bodegas Lustau, Sherry Manzanilla Papirusa, Palomino, ένα fino sherry από το λιμάνι Sanlúcar de Barrameda της Ισπανίας, ήταν μια μάλλον πολύ τολμηρή επιλογή, χωρίς να ισχυριστώ αταίριαστη. Είναι όμως τόσο έντονα ελληνικό το πιάτο, που -πάλι- ο Θαλασσίτης ταίριαζε πολύ καλύτερα.

Που μαζεύαμε σαλιγκάρια με τη γιαγιά μου; Πάνω στα χορταράκια στο πλάι των χωματόδρομων της Αγίας Παρασκευής της νιότης μου. Ακριβώς εκεί τα βρήκαμε και στο πιάτο μας, πάνω σε χόρτα, στο φυσικό τους περιβάλλον. Αν σας πω ότι μύρισα και την... φθινοπωρινή υγρασία (!) της παλιάς εποχής, θα μου πείτε ότι... αυθυποβάλλομαι -και μάλλον θα έχετε δίκιο- αλλά δεν είναι και αυτό μέρος της συνολικής γοητείας, η ανάδευση της συγκίνησης των αναμνήσεων; Η Barbera D’Alba, 2013 του Luciano Sandrone, με τα αρώματα των κόκκινων φρούτων, τη δύναμη του σώματος και τη λαμπερή οξύτητα ήταν ένα από τα καλύτερα κρασιά της βραδιάς και άξιος συνοδός των σαλιγκαριών.

Η σιωπή των αμνών είναι ένα υπέροχο αλλά... τολμηρό πιάτο, αν αναλογιστεί κανείς ότι τα συστατικά του είναι αρνίσιο μυαλό και σάλτσα από μυαλό επίσης. Αυτοί που θα ξεπεράσουν τις όποιες αναστολές, θα γευθούν αλλά και θα μυρίσουν ένα γνήσιο, υπέροχο πασχαλινό αρνί στη σούβλα, με λίγο σκορδάκι, όπου βέβαια το αρνί... απουσιάζει! Κάνοντας μαύρο χιούμορ, θα έλεγα ότι μόνο... διανοητικά βρίσκεται εκεί! Ας με συγχωρήσουν οι πολλοί χορτοφάγοι φίλοι μου... Το Κτήμα Παπαργυρίου, Le Roi des Montagnes Cuveé 2014, ένα τριπλό blend Cabernet Sauvignon, Touriga National και Μαυροδάφνης, ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη και συνόδευσε θαυμάσια το ...αρνάκι στη σούβλα που γευόμασταν, μυρίζαμε αλλά... δεν βλέπαμε (αόρατο!)

Ακολούθησε τυρί μέλι και τηγανίτες, με τη συνοδεία του Carmes de Rieussec, ένα καλό Sauternes από Semillon του 2009 του Baron Philippe Rothschild (μην σας εντυπωσιάζει το όνομα), και το πραγματικά εντυπωσιακό melomacaron τόσο από άποψη παρουσίασης όσο και γεύσης, με εξαιρετική αίσθηση μελομακάρονου, σερβιρισμένο πάνω σε ένα μεγάλο μπολ γεμάτο με στικάκια κανέλλας, από το οποίο ανέβλυζε τόσος ατμός που σκέπασε το τραπέζι και... σχεδόν εμάς τους ίδιους!

Η ώρα είχε φτάσει 12, βρισκόμασταν την Τετάρτη πιά, δηλαδή στα γενέθλια της Εμυς! Όταν είχα συνεννοηθεί πριν την άφιξή μας για κάτι στο τέλος με... κεράκι, μου είχαν προτείνει την Black Forest... αλλά δεν περίμενα ότι θα το εννοούσαν... κυριολεκτικά! Ο pastry chef κατέφθασε με τα εργαλεία του και τα υλικά του, και εκεί, πάνω σε ολόκληρο το τραπέζι μας έχτισε ένα μαύρο δάσος από τα υλικά της τυπικής black forest! Ναι, με τα όλα του: Με βράχια από σοκολάτα, με μονοπάτια από κρέμα και σαντιγί, με σπασμένα χαμόκλαδα από μπισκότα, με τεράστια δέντρα από μαλλί της γριάς, με χώμα από τριμμένη σοκολάτα, και με... χιόνι από άχνη! Γέλιο, αστεία, ενθουσιασμός, έκπληξη και θαυμασμός για την ιδέα... και σταδιακή... καταστροφή του υπέροχου δημιουργήματος με τα κουτάλια μας!

Τι κάνει το Funky Gourmet τόσο διαφορετικό, τόσο απολαυστικό και ταυτόχρονα τόσο σημαντικό; Θα πω ότι εδώ βρίσκουμε την ιδέα της "αποδόμησης" σε ένα άλλο επίπεδο από αυτό που πετυχαίνει η μοριακή κουζίνα: εδώ αποδομείται η ίδια η έννοια της gourmet απόλαυσης, αλλά και της διαδικασίας, που επανασυντίθεται με την προσθήκη δύο βασικών συστατικών που την ανεβάζουν σε νέα ύψη: του χιούμορ και της θεατρικότητας. Πάντα η παρουσίαση ενός πιάτου ήταν σημαντική, αλλά συχνά περιορίζεται μόνο στη μορφή του. Εδώ η "παρουσίαση" του πιάτου είναι μόνο ένα μικρό μέρος της διαδικασίας, αφού επεκτείνεται σχεδόν στα πάντα: στο σερβίρισμα, στην κίνηση των "ηθοποιών", στη σκηνοθεσία... ουσιαστικά το "πιάτο" χάνεται, αντικαθίσταται από το menu και τα συστατικά που ανέφερα παραπάνω, που αποτελούν και το "αλάτι και τα μπαχαρικά" του, που το κάνουν νοστιμότερο. Η χωριάτικη σαλάτα αν και υπέροχη στη γεύση, δεν είναι από μόνη της ένα gourmet πιάτο. Είναι η έκπληξη της "χωριάτικης" γεύσης μιας γρανίτας, η απορία του πως αυτό έγινε δυνατό, το χιούμορ του πιάτου που το ανεβάζει σε αυτό το επίπεδο. Και το σημαντικότερο: κανείς δεν παίρνει τη διαδικασία στα σοβαρά! Το γέλιο των πελατών, η αντίδραση στις εκπλήξεις, συμπληρώνεται από αυτό του προσωπικού, των ηθοποιών, κοινό και ηθοποιοί έρχονται πιο κοντά από οπουδήποτε αλλού, διασκεδάζουν μαζί.

Υπάρχουν λίγα πράγματα που μπορούν να βελτιωθούν. Ένα από αυτά είναι η παρουσίαση των κρασιών, που θα πρέπει να γίνει και αυτή πιο ελεύθερη από μια παράθεση χαρακτηριστικών, πιο διαδραστική, πιο επικεντρωμένη στη σχέση του με το πιάτο που συνοδεύει, η και λιγότερο "σοβαρή" και αυτή. Επίσης, πρέπει ο χρόνος μεταξύ της διαδοχής των πιάτων να ταιριάξει στο προφίλ της παρέας: ένα μικρό άγχος στο να προλάβουν είναι διακριτό (πιθανόν σε εμάς να έφταιγε το ότι στις 12 έπρεπε να εμφανιστεί η black forest, λόγω γενεθλίων). Από την άλλη, ο καταιγιστικός ρυθμός κάνει την επικέντρωση στα δρώμενα μεγαλύτερη... το θέμα της συζήτησης είναι τα πιάτα, το φαγητό, το "σενάριο"... τα άλλα θέματα έρχονται σε δεύτερη μοίρα.

Το Funky Gourmet είναι ένα απόλυτα ελληνικό εστιατόριο. Όλες σχεδόν οι γεύσεις είναι ελληνικές, σχεδόν παραδοσιακές, τα "πιάτα" μυρίζουν Ελλάδα, το μπαρμπούνι θάλασσα, η "σιωπή των αμνών" έχει γεύσεις και μυρωδιές του πασχαλινού μας σουβλιστού αρνιού, το χωρίς κρέας στιφάδο είναι... στιφάδο της γιαγιάς, η περίφημη "χωριάτικη" μοσχοβολά κρεμμυδάκι, φρεσκοκομμένη ντομάτα, αγγούρι και ελληνικό καλοκαίρι. Ακόμα και το χιούμορ, σε κάποια πιάτα δεν είναι αγγλοσαξονικό, είναι ελληνικότατη "πλάκα"...

Αν και ελληνικό, το Funky Gourmet ξεφεύγει από τα σύνορα της Ελλάδας, ιδιαίτερα της μίζερης Ελλάδας που ζούμε εδώ και χρόνια. Είναι ένας διεθνής γαστρονομικός προορισμός, όπως το Noma του Rene Redzepi στη Κοπενγχάγη η το El Celler της οικογένειας Roca στη Βαρκελώνη, ή όπως η ελληνικότατη Σαντορίνη, με τη δική του αυθεντική, παιγνιδιάρικη προσωπικότητα, ένας τόπος απόλαυσης και διασκέδασης.

Πιστεύω ότι το τρίτο αστέρι Michelin είναι μόλις προ των πυλών του νεοκλασικού του Κεραμικού. Θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους συντελεστές του "θεάτρου γεύσης", σεναριογράφους, σκηνοθέτη, ηθοποιούς... όλους! Αξίζουν τα... πολλά λεφτά τους μέχρι τελευταίας δεκάρας! Τους ευχαριστώ όλους... όπως ευχαριστώ την πολύ καλή μου φίλη Έμυ, που βρέθηκε στα γενέθλιά της μαζί μου και μοιραστήκαμε τις γεύσεις, τις εκπλήξεις, το χιούμορ, τα γέλια και έκανε με την παρουσία της και το κέφι της την θαυμάσια εμπειρία ακόμα πιο απολαυστική...


Στην υγειά σας!

Τάσος Πικούνης

Μοιραστείτε το άρθρο: