Στροφιλιά-Σπάνιες Γαίες: Μια υπέροχη "τριπλέτα"!

Στροφιλιά: Μια υπέροχη "τριπλέτα"!
Από τον Τ. Πικούνη

Για οποιονδήποτε πραγματικό φίλο του κρασιού είναι μεγάλη η χαρά να βλέπει οινοποιεία να εκσυγχρονίζονται, να βελτιώνουν τα κρασιά τους, την «εικόνα» τους στην αγορά, να προωθούν το marketing καθώς και την παρουσία τους στο διαδίκτυο. Rebranding ονομάζεται η διαδικασία...

Ιδιαίτερη είναι η χαρά μου όταν το rebranding γίνεται από παλιά, καταξιωμένα οινοποιεία... γιατί αυτά είναι που έχουν την (φυσική άλλωστε) τάση να αντιστέκονται στις μεταβολές.

Η Στροφιλιά είναι το οινοποιείο που έκανε το 2017 το δικό της, τολμηρό rebranding, όταν διέλυσε το «δεσμό» (ή «δεσμά»;) με το «Κατώγι». Και το έκανε με σημαντική επιτυχία, ουσιαστικά αλλάζοντας τα πάντα: Εικόνα, κρασια, ετικέττες, Marketing

Σήμερα θα μιλήσουμε για την τελευταία της σειρά: μιά «τριπλέτα» κρασιών με την ονομασία «Σπάνιες Γαίες» που πραγματικά με εντυπωσίασε, γιατί τα έχει όλα: εμφάνιση, ποιότητα, αλλά και τη σωστή τιμή για αυτά που προσφέρει.

Τρία κρασιά, το «Γαλάρι», το «Ταμπούρι» και το «Βίδια» αποτελούν αυτή την τριπλέτα. Το πρώτο με την συνοινοποίηση τριών ποικιλιών, Αγιωργίτικο, Petit Verdot και Tannat, το δεύτερο μονοποικιλιακό Cabernet Franc, και το τρίτο επίσης μονοποικιλιακό Chardonnay.

Αλλά γιατί “Σπάνιες Γαίες»;

Πρώτα απ’ όλα, ο στόχος του οινοποιείου όταν ξεκινούσε αυτή τη σειρά, ήταν να δημιουργήσει μια σειρά Icon Wines που θα προωθούσαν την νέα εικόνα του Οινοποιείου με πραγματικά Premium κρασιά σε προσιτές τιμές. Αλλά και να αναδείξει την επένδυσή της σε νέα αμπέλια της Νεμέας και ειδικά του Ασπρόκαμπου (Ψάρι, Ασπρόκαμπος, Κεφαλάρι, Καστράκι και Μποζικά), και την προσήλωσή της στην αμπελουργία -γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι δύο Μηχανικοί-συνεταίροι που ξεκίνησαν τη Στροφιλιά το 1980, ο Γιάννης Μαλτέζος και Αχ. Λαμψίδης σαν αμπελουργοί ξεκίνησαν, φυτεύοντας πάλι το οικογενειακό κτήμα του Γιάννη στην Ανάβυσσο Αττικής, που είχε μείνει σε αγρανάπαυση από την καταστροφή του λόγω φυλλοξήρας το 1956. Γιατί όπως ισχυρίζονται οι περισσότεροι οινοποιοί, «το κρασί γίνεται στο αμπέλι». Αλλά και το αμπέλι γίνεται με βάση το κρασί που θέλεις να φτιάξεις, -θα συμπληρώσω εγώ- ιδιαίτερα αν στοχεύεις σε ένα single vinyard κρασί ιδιαίτερης ποιότητας...

Τα ονόματα των κρασιών παρθηκαν από τα αμπελοτόπια τους, που είναι πραγματικά σπάνια: θέση, υψόμετρο, κλιματολογικές συνθήκες, προσανατολισμός εξυπηρετούν αυτό ακριβώς το terroir που με τη σειρά του δημιουργεί την κατάλληλη πρώτη ύλη για το κάθε κρασί.

Σήμερα θα μιλήσουμε για το Γαλάρι. Και σε επόμενα άρθρα για τα δύο άλλα κρασιά της «τριπλέτας».

Το «Γαλάρι», το χαρισματικό αυτό αμπελοτόπι χαμηλής-μέσης γονιμότητας, βρίσκεται στην πλαγιά της κοιλάδας της Αρχαίας Νεμέας, σε μέσο υψόμετρο, με νοτιοανατολικό προσανατολισμό και περιβάλλεται κατά τα 3/4 από πυκνό πευκοδάσος.

Το 2003, ο Αχ. Λαμψίδης με τον Νεμεάτη αμπελουργό Ανδρέα Ζάββο, έκαναν τρείς πρωτοποριακές επιλογές στο στήσιμο του αμπελιού εκτάσεως 20 στρεμμάτων που φύτεψαν, σχεδόν αντίθετα με τις "παραδεδεγμένες" για την περιοχή αμπελουργικές πρακτικές: Με πυκνότητα φύτευσης 230 φυτά/στρέμμα, κατάφεραν να περιορίσουν την υπερβολική "παραγωγικότητα" των κλημάτων, ευχή (κάποτε!) και κατάρα (σήμερα) των αμπελιών της περιοχής, και κύριος αμπελουργικός παράγοντας περιορισμού της ποιότητας των κρασιών της Νεμέας

Διαμόρφωσαν επίσης το βλαστικό τείχος σύμφωνα με το σύστημα LYRA του καθ. Carbonneau, ώστε να μεγιστοποιείται η εκτεθειμένη στον ήλιο επιφάνεια των φύλλων ανά κιλό παραγόμενου σταφυλιού (συντελεστής που έχει πια κοινή αποδοχή στην επιστημονική κοινότητα ως άμεσα συσχετισμένος με την τελική ποιότητα του παραγόμενου κρασιού) και τέλος επέλεξαν μια τολμηρή ποικιλιακή σύνθεση, από Αγιωργίτικο, Petit Verdot και Tannat.

Έχοντας εξασφαλίσει έτσι την ποιοτική πρώτη ύλη, συνοινοποιούνται οι τρεις ποικιλίες και το κρασί ωριμάζει σε βαρέλια νέα και χρησιμοποιημένα, 225 λίτρων, από γαλλική δρυ, και στη συνέχεια εμφιαλώνεται αφιλτράριστο.

Το αποτέλεσμα;

Ένα εξαιρετικό, πληθωρικό κρασί με αμεσότητα, ικανό να προσφέρει ευχαρίστηση και τώρα και μετά από 10 χρόνια. Εδώ κυριολεκτικά «λάμπει» η πρωτότυπη ποικιλιακή σύνθεση, όπου στην βάση του "μεταξένιου" Αγιωργίτικου να πλέκεται η αρωματική πολυπλοκότητα, η χρωματική ένταση και η δροσιστική οξύτητα του Petit Verdot με την δύναμη και ένταση του Tannat.

Το χρώμα του είναι βαθύ πορφυρό, σχεδόν βυσσινί, το αρωματικό του προφίλ συνθέτουν τα ζωηρά μαύρα και κόκκινα φρούτα, τα γλυκά μπαχαρικά αλλά και οι νύξεις βανίλιας και βοτάνων. Εκπληκτική διάσταση στο στόμα, με πλούτο, βάθος φρούτου, σφιχτές αλλά ταυτόχρονα  κομψές και νόστιμες τανίνες και μακρά επίγευση, με ένταση και διάρκεια.

Ασφαλώς είναι ένα κρασί φαγητού… Ταιριάζει με τα πλούσια πιάτα με κόκκινη σάλτσα και μπαχαρικά που έχουν βάση το μοσχάρι και το κυνήγι. Ειδικότερα με μοσχαράκι κοκκινιστό, οσομπούκο, σουτζουκάκια, μελιτζάνες με κρέας, ψητά κρέατα, κοντοσούβλι, χωριάτικα λουκάνικα. Ταιριάζει επίσης με παλαιωμένα τυριά διαφόρων ειδών και με ποικιλία αλλαντικών.

Θα κλείσω αυτή την παρουσίαση και γευστική δοκιμή με κάτι που έχω πει πολλές φορές: Εκτιμώ εξαιρετικά τις μεθοδευμένες προσπάθειες. Δηλαδή αυτές που ο οινοποιός ξέροντας τι κρασί θέλει να φτιάξει, μεθοδεύει σε κάθε λεπτομέρεια και φάση τη διαδικασία έτσι ώστε να το πετύχει. Εδώ, αλλά και σε όλα τα κρασιά της σειράς «Σπάνιες Γαίες» η Στροφιλιά κάνει ακριβώς αυτό -ξεκινώντας μάλιστα από την «αρχή των πάντων», το αμπέλι- με τον καλύτερο τρόπο! (Αν κάποιοι απορούν με την έμφαση που δίνω σε αυτό που μπορεί να το θεωρούν προφανές, θα τους πληροφορήσω ότι "πλανώνται πλάνην οικτράν"!)

Συγχαρητήρια λοιπόν σε όλους τους συντελεστές του θαυμάσιου αυτού κρασιού, και ειδικότερα στον αγαπητό μου Γιάννη Μαλτέζο, συνιδρυτή και διαχρονική «δύναμη» πίσω από τη Στροφιλιά, και στη συνέχεια στην πανταχού παρούσα κόρη του Μαρία, αλλά και στον οινοποιό της Στροφιλιάς Γιάννη Λίγκα, που από το 2017 έχει αλλάξει άρδην την εικόνα των κρασιών του κτήματος.

Χρειάζεται να σας πω ότι το συνιστώ ανεπιφύλακτα;



Στην υγειά σας!


Τάσος Πικούνης

Μοιραστείτε το άρθρο: