Τελικά... είναι όλα τα (Ελληνικά) κρασιά κορυφαία;

Τελικά... είναι όλα τα (Ελληνικά) κρασιά κορυφαία;
Από τον Τ. Πικούνη

Παρακολουθώ με πολύ ενδιαφέρον τα γραφόμενα για το κρασί στην Ελλάδα, κυρίως για το Ελληνικό κρασί... Διαβάζω τις παρουσιάσεις στο Internet, στα διάφορα Blogs των φανατικών οινόφιλων ή των ειδικών, στο Facebook, ακόμα στα περιοδικά οίνου και μη, διαβάζω και ενημερώνομαι όσο καλύτερα μπορώ για το Ελληνικό κρασί.

Σας διαβεβαιώνω ότι αν δεν ζούσα σε αυτό τον τόπο, αν δεν είχα δοκιμάσει εκατοντάδες ελληνικά κρασιά από κάθε γωνιά της Ελλάδας, αν ενημερωνόμουν μόνο από όσα διαβάζω στο Internet και τον τύπο... ε, θα ήμουν βέβαιος ότι ζω στη χώρα με τα καλύτερα κρασιά του κόσμου!
Έτσι είναι. Γιατί δεν έχω διαβάσει πουθενά σχεδόν ποτέ για ένα κακό Ελληνικό κρασί... δεν υπάρχει σχεδόν κανένας που να έχει ανακαλύψει έστω και ένα Ελληνικό κρασί που να μην είναι "τέλειο", "υπέροχο", "φανταστικό" και ότι άλλο υπερθετικό μπορείτε να φανταστείτε! Ούτε καν μέτριο, υποφερτό... όλα σχεδόν βρίσκονται στην κορυφή, ή πολύ κοντά σε αυτή!

Επειδή όμως ζω σε αυτο εδώ τον τόπο, επειδή λόγω του House of Wine έχω δοκιμάσει εκατοντάδες κρασιά που στέλνουν παραγωγοί για να δοκιμαστούν, να εκτιμηθούν και να ενταχθούν στους καταλόγους μας, μπορώ να σας διαβεβαιώσω από "πρώτο χέρι" ότι, ναι, υπάρχουν και κακά ελληνικά κρασιά... υπάρχουν και κρασιά που δεν πίνονται. Αυτά τα τελευταία, είναι ευτυχώς μια μικρή μειοψηφία ανάμεσα στο σύνολο των ελληνικών κρασιών, αλλά... υπάρχουν!

Αφού λοιπόν υπάρχουν, γιατί αυτό αποτελεί ...επτασφράγιστο μυστικό; Γιατί κανένας οινογνώστης, ειδικός Οίνου, συγγραφέας οίνου, οινογράφος, blogger οίνου ή όπως αλλιώς αυτοχαρακτηρίζονται οι ειδήμονες του χώρου μας, δεν έτυχε ποτέ να δοκιμάσει ένα κρασί που δεν πίνεται;

Ή μήπως έτυχε, αλλά...;

Έχω πολλές φορές αντιμετωπίσει την ερώτηση και ό ίδιος από φίλους και πελάτες του House of Wine: "Μα καλά, όλα τα κρασιά σας είναι όσο καλά όσο γράφετε; Δεν υπάρχει κακό κρασί;" που υπονοεί "το κάνετε για να πουλήσετε..."

Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν εδώ τη δική μας θέση πρώτα. Όπως θα διαπιστώσετε, το House of Wine δεν διαθέτει όλα τα ελληνικά κρασιά. Ούτε καν όλα τα κρασιά κάποιων γνωστών παραγωγών. Αυτό γιατί απαιτούμε τα κρασιά που εμφανίζονται στα "ηλεκτρονικά" μας ράφια να υπερβαίνουν κάποια επίπεδα ποιότητας αρκετά μεγαλύτερα από το μέσο όρο. Κάθε κρασί δοκιμάζεται και είτε απορρίπτεται ή μπαίνει στον κατάλογό μας ΜΟΝΟ εφ' όσον είναι πραγματικά ποιοτικό. Και αν υπάρχουν άλλα πολλά της ίδιας κατηγορίας, ποικιλίας κλπ. εντάσσεται μόνο αν είναι πραγματικά διαφορετικό, αν δίνει μια νέα οπτική στην κατηγορία του. Πως να εντάξεις, π.χ. ένα ακόμα ελληνικό Syrah στα 85 που διαθέτουμε, ή ένα ακόμα Αγιωργίτικο στα 84 που διαθέτουμε, αν δεν έχει κάτι που να το ξεχωρίζει από τα ήδη υπάρχοντα;

Να σημειώσουμε εδώ κάτι σημαντικό: Δεν σημαίνει κατά κανένα τρόπο ότι αν κάποιο κρασί δεν βρίσκεται στο House of Wine, αυτό είναι ένα κακό κρασί. Μπορεί να μην το έχουμε για πολλούς άλλους λόγους, μερικοί από τους οποίους είναι δυσκολίες συνεργασίας, μικρές διαθέσιμες ποσότητες, προβλήματα μεταφοράς ή διάθεσης, θέματα τιμής κλπ.

Από αυτά λοιπόν τα ποιοτικά κρασιά που διαθέτουμε, θα έχετε παρατηρήσει ότι μιλάμε, προβάλλουμε, συνιστούμε κάποια που θεωρούμε εξαιρετικά. Από τις 700+ ελληνικές ετικέτες, είναι ζήτημα αν μιλάμε για τις 100! Γιατί αυτές είναι οι κορυφαίες. Και χαιρόμαστε πάρα πολύ όταν "ανακαλύπτουμε" ένα εξαιρετικό κρασί -π.χ. πρόσφατα το Syrah Wild fermentation του Βρυνιώτη- που μπορούμε να το συστήσουμε ανεπιφύλακτα.

Είναι προφανές ότι αν ένα εμπορικό site όπως αυτό του House of Wine έγραφε για ένα κακό κρασί, αμέσως θα εγείρονταν θέματα εμπορικής σκοπιμότητας ή αθέμιτου ανταγωνισμού: "Το κατηγορεί γιατί δεν το διαθέτει κλπ κλπ.". Έτσι λοιπόν -αναγκαστικά- δεν αναφερόμαστε σε αυτά... Καθοδηγούμε τους φίλους μας στο τι να αγοράσουν, και όχι στο τι να μην αγοράσουν, αφού αυτά που θεωρούμε ότι δεν πρέπει να αγοράσουν έχουν αποκλειστεί από τους καταλόγους μας. Δίνουμε όμως στον κάθε πελάτη μας που έχει αγοράσει κάποιο συγκεκριμένο κρασί, τη δυνατότητα και το βήμα να το κρίνει, να το βαθμολογήσει, να αμφισβητήσει τη δική μας επιλογή και άποψη,να σχολιάσει, και δημοσιεύουμε όλες τις κριτικές των πελατών μας, καλές ή κακές, που σήμερα ανέρχονται σε εκατοντάδες! Και όχι μόνο, αλλά τους προτρέπουμε να γράψουν κριτική γιά κάποιο κρασί που αγόρασαν, δίνοντάς τους bonus επιβράβευσης αν το κάνουν! Η αρνητική κριτική λοιπόν δεν λείπει από το House of Wine.

Αλλά... τα παραπάνω δεν ισχύουν για τους κριτικούς οίνου, τους Bloggers και όλους όσους ασχολούνται με το κρασί. Γιατί λοιπόν αυτοί δεν επισημαίνουν τα κακά, απαράδεκτα κρασιά που ...κυκλοφορούν ανάμεσά μας; Γιατί  δεν προστατεύουν τους αναγνώστες τους από την αγορά ένος κακού κρασιού μέσα από την κριτική τους, όπως κάνει το House of Wine μέσα από τον αποκλεισμό τους από τους καταλόγους του; Ή, όπως κάνουν οι κριτικοί του θεάτρου ή του κινηματογράφου. Που δεν διστάζουν καθόλου να "θάψουν" μια παράσταση ή ένα φιλμ, να γράψουν τα χειρότερα για ένα ηθοποιό, για το σκηνοθέτη, για την παράσταση σαν σύνολο, αν αυτό πιστεύουν, να μοιράσουν 1 ή 2 στα 5 αστέρια. Η -για να βρεθούμε σε χώρο πλησιέστερο με αυτόν του κρασιού- οι κριτικοί εστιατορίων δεν διστάζουν επίσης να γράψουν αρνητικές κριτικές...

Για να είμαστε όμως δίκαιοι, αυτή η "δυσκολία" των οινοκριτικών να γράψουν αρνητική κριτική για ένα κρασί, δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο: Είναι παγκόσμιο, και πράγματι είναι λίγοι οι οινοκριτικοί που γράφουν τέτοιες κριτικές. Ανάμεσά τους η Jancis Robinson MW, η διάσημη Αγγλίδα οινοκριτικός που δεν δίστασε να χαρακτηρίσει ένα πολύ γνωστό Μπορντώ σαν "ένα γελοίο κρασί" (a ridiculous wine), αν και μάλλον το έκανε για να "μπει στο ματι" του διάσημου επίσης Αμερικανού συναδέλφου της Robert Parker, ο οποίος -να σημειώσουμε- δεν γράφει ποτέ πιά αρνητικές κριτικές, αλλά επιλέγει να αγνοεί τα κρασιά που δεν του αρέσουν. Ο James Laube του Wine Spectator δεν διστάζει να δωσει βαθμολογίες κάτω από 80/100 σε κρασιά που θεωρεί υποδεέστερα, ο δε Jon Bonné, διάσημος επίσης κριτικός οίνου του San Francisco Chronicle δεν δίστασε να γράψει ολόκληρο βιβλίο -The New California Wine, A Guide to the Producers and Wines Behind a Revolution in Taste- όπου καταδικάζει συλλήβδην το στυλ των κρασιών της Καλιφόρνια...

Οι παραπάνω όμως είναι διάσημοι κριτικοί, που μπορούν να επιβάλλουν τους δικούς τους όρους στα έντυπα ή sites στα οποία γράφουν. Οι υπόλοιποι δικαιολογούνται -μερικοί μάλιστα δεν διστάζουν να το θεωρήσουν σαν κάτι ...φυσικό- ότι υποκύπτουν στην απαίτηση των εργοδοτών τους να αποφεύγουν αρνητικές κριτικές... η διαφήμιση, βλέπετε, είναι αυτή που κάνει περιοδικά και sites να επιβιώνουν στην διεθνή οινική αγορά.

Ας επιστρέψουμε στη χώρα μας.

Εδώ, όταν βγαίνει ένα νέο κρασί, αν δεν διαβάσουμε διθυραμβικές κριτικές, δεν θα διαβάσουμε απολύτως τίποτα. Και το χειρότερο είναι ότι πιθανόν να διαβάσουμε εξαιρετικές κριτικές για κρασιά που δεν αξίζουν, για μέτρια, ανούσια και αδιάφορα κρασιά...

Όπως ο κριτικός του θεατρου ή του κινηματογράφου γράφει για το αντίστοιχο κοινό, για τον απλό θεατή, έτσι και ο κριτικός οίνου θα έπρεπε να γράφει για τον απλό οινόφιλο. Να του δείχνει το δρόμο, να τον καθοδηγεί, να τον προτρέπει να δοκιμάσει, αλλά και να τον προστατεύει από το εύκολο, το κοινότοπο, το κακό. Να τους κάνει να "αμφισβητούν τα συμπεράσματά τους", οπως πολύ σωστά γράφει ο σημαντικός κριτικός Οίνου των Νew York Times, o Eric Asimov
 
A critic’s job is not to validate the choices of consumers. If anything, it’s to make them question their assumptions...
 Eric Asimov - NYTimes
 
σε πολύ πρόσφατο άρθρο του: "A critic’s job is not to validate the choices of consumers. If anything, it’s to make them question their assumptions..." Δυστυχώς, περισσότερο τα Blogs Οίνου -και όχι μόνο τα Ελληνικά αλλά και αρκετά διεθνή- και λιγώτερο οι οινοδημοσιογράφοι γράφουν στην πλειοψηφία τους για να τους διαβάζει η "κλίκα". Οι "συνάδελφοι" που καταλαβαίνουν -υποτίθεται- την σκοτεινή ορολογία του κρασιού είναι οι μονοι που αναγνωρίζουν "σώματα", "μύτες", αρώματα "φρεσκοαντλημένου πετρελαίου", "κοπριάς", "στάβλου" κλπ κλπ., και που τελικά δίνουν τα πολυπόθητα "Likes" στο Facebook ή τις μηδαμινές επισκεψιμότητες στα αντίστοιχα Blogs, τροφοδοτώντας μια θλιβερή εσωστρέφεια και μια ελιτίστικη αντιμετώπιση που απλά αναπαράγει τον εαυτό της.

Προσωπικά, χαιρόμουν να διάβαζα άρθρα οινοδημοσιογράφων που θα έλεγαν "τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη". Που θα έγραφαν και μια αρνητική κριτική. Που θα έλεγαν τη γνώμη τους χωρίς φόβο και πάθος, που θα καθοδηγούσαν με απλές, κατανοητές περιγραφές αντί να προκαλούν ερωτηματικά στους φίλους του κρασιού με κατευθυνόμενα "advertorials" που δεν λένε το όνομά τους...

Ναι, ξέρω... θέλει "κότσια" αυτή η δουλειά. Γιατί αν γινόταν σωστά, θα δημιουργούσε αντιπάθειες, μέσα σε ένα χώρο όπου οι περισσότεροι οινογράφοι ή οινοδημοσιογράφοι "βγάζουν το ψωμί τους". Κάθε παραγωγός πιστεύει ότι το "παιδί" του είναι το καλύτερο από όλα, και θίγεται όταν αυτό αμφισβητείται...

Από την άλλη θα δημιουργούσε ενδιαφέρον, θα αύξανε επισκεψιμότητες σε blogs και θα ενθάρρυνε τη συζήτηση γύρω από το κρασί, που σήμερα υπάρχει σε εμβρυακή μόνο μορφή, ακριβώς γιατί οι "κοινοί θνητοί" αποφεύγουν τα εσωστρεφή Blogs με τις ακατάληπτες περιγραφές και μόνο θετικές κριτικές. Και αυτό καταλήγει σε ένα φαύλο κύκλο όπου η μικρή επισκεψιμότητα δεν προάγει την έκφραση γνώμης των επισκεπτών-αναγνωστών, και η έλλειψή της την επισκεψιμότητα.

Το House of Wine με την πολύ μεγάλη επισκεψιμότητά του, με την προτροπή των φίλων του για κριτική και σχόλια, προάγει τη συζήτηση γύρω από το κρασί. Η άποψή του για τα κρασιά που έχουν επιλεγεί σαν άξια να βρίσκονται στους καταλόγους του έχει αξια ακριβώς γιατί δίνει το βήμα για κριτική -θετική ή αρνητική- σε οποιονδήποτε, τόσο στα άρθρα σαν σχόλια όσο και στα κρασιά σαν κριτική.

Για το λόγο αυτό έχει καταφέρει να θεωρείται -από κοινό και οινοπαραγωγούς- η ύπαρξη κάποιου κρασιού στους καταλόγους του House of Wine σαν απόδειξη ποιότητας.


Τάσος Πικούνης

Μοιραστείτε το άρθρο: